μια περιήγηση στους κήπους της Οικίας Μοχάμετ Άλι
Όνομα: Συκιά
Επιστημονικό όνομα: Ficus carica
Οικογένεια: Μορεοειδών (Moraceae)
Περιγραφή:
Η συκιά είναι οπωροφόρο δέντρο, πολύ κοινό στην Ασία, στη Μέση Ανατολή και στις Μεσογειακές χώρες. Ευδοκιμεί σε περιοχές με θερμό και δροσερό κλίμα. Πρόκειται για φυλλοβόλο δέντρο με αρκετά μεγάλα, σαρκώδη φύλλα, βαθυπράσινα και γυαλιστερά στην επάνω επιφάνεια και καλυμμένα με πολύ μικρές και σκληρές τρίχες στην κάτω. Το δέντρο φτάνει τα 8 μέτρα και ο κορμός του δεν είναι ίσιος. Έχει πλούσιες βαθιές ρίζες, που αναπτύσσονται ακόμα και μέσα σε σχισμές βράχων για την εξεύρεση νερού. Η γονιμοποίηση της συκιάς ακολουθεί έναν ιδιόμορφο κύκλο που πραγματοποιείται με τη συμμετοχή του εντόμου Blastophaga grossorum (κοινώς ψήνας της συκιάς). Το έντομο εισέρχεται στους καρπούς του δέντρου, μέσα στους οποίους βρίσκονται τα αρσενικά και θηλυκά άνθη. Μεταφέρει γύρη από τα αρσενικά άνθη που βρίσκονται κοντά στην οπή της βάσης, προς τα θηλυκά, τα οποία βρίσκονται στο βάθος του καρπού. Ο πολλαπλασιασμός του φυτού γίνεται με μοσχεύματα. Οι ωφέλιμοι καρποί της, τα σύκα, συλλέγονται από τον Ιούλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο και τρώγονται νωποί ή ξεροί.
Χρήση & Ιστορία:
Το φυτό υπήρχε ήδη από τα προϊστορικά χρόνια στην Ευρώπη. Η συκή, στην αρχαία Ελλάδα ήταν σύμβολο της γονιμότητας και του θεού Διονύσου, ένα προσωνύμιο του οποίου ήταν Συκίτης. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ένας από τους Τιτάνες ήταν ο Συκεύς, τον οποίο για να γλιτώσει από τον θυμό του Δία, η μάνα του Γη τον έχωσε κάτω από το χώμα. Στο σημείο που κρύφτηκε ο Συκεύς, βλάστησε η συκιά.
Οι Αθηναίοι αγαπούσαν τα σύκα και για τον λόγο αυτόν η εξαγωγή τους ήταν απαγορευμένη με νόμο. Υπήρχαν ειδικές αμοιβές σε όσους κατήγγειλαν κλοπές σύκων, οι οποίοι είχαν το όνομα συκοφάντες. Ο ιστορικός Ηρόδοτος αναφέρει ότι βασικός λόγος της εκστρατείας του βασιλιά της Περσίας Ξέρξη, ήταν η κατάκτηση της Αττικής, ώστε να έχει τη δυνατότητα να τρώει όχι μόνο αποξηραμένα, αλλά και νωπά σύκα.
Στη χριστιανική παράδοση, η συκιά συνδέθηκε με τον μύθο των πρωτόπλαστων, Αδάμ και Εύα.